Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Η ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ (με χλωροφύλλη μικρή μου φίλη)


ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ (τη χλωροφύλλη μην την κλαις εκεί που να πάει να πέσει κλπ…)

O Tάσος Θεοδωρόπουλος επιστρέφει σε αυτό που ξέρει να κάνει χειρότερα από κάθε άλλον. Την κριτική κινηματογράφου.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 2 αστερίες (γιατί μέσα μου κρύβω κι έναν ευαίσθητο άνθρωπο

Πολύ εσωτερικό πράγμα φίλε η ποίηση και γι αυτό ίσως δεν με πιάνει όταν βρίσκομαι στο εξωτερικό. Και στο λέω αυτό επειδή η επαφή μου με την εσωτερική ποιητικοσύνη του Τέρενς Μάλικ στο «Δέντρο της Ζωής» μου συνέβη στις Κάνες, που και εξωτερικό είναι και ποιητικές δεν τις λες οπότε καταλαβαίνεις. Ευτυχώς δηλαδή που δεν ήταν και ποίηση με λόγια η ταινία, γιατί τα αγγλικά μου είναι λίγο του τσομπάνη, και άμα είχε και πολλά λόγια δε θα καταλάβαινα γρι και θα νευριάζα. Αλλά και που δεν ήταν ποίηση με λόγια, αλλά πιότερο ποίηση του μουγκού, πάλι σαν τσομπάνης αισθάνθηκα λίγο και τι να σου πω, ίσως πρέπει να το αποδεχτώ σαν κατάσταση το ότι δε με σηκώνουν τα βαριά νοήματα. Ειδικά όταν τελικά δεν είναι και τόσο βαριά και απλώς τα βαριέσαι. Ομολογουμένως, εφ’ όσον μιλάμε για βάρη και φορτία, αν υπάρχει ένα πράγμα απέναντι στο οποίο βγάζω τον καπέλο μου για τη δουλειά του Μάλικ εδώ, είναι η απίστευτα αέρινη, αιθέρια και αεικίνητη κάμερά του, που ακούραστα χαϊδεύει πρόσωπα, εκφράσεις, τοπία, φωτισμούς και καταστάσεις με υδάτινη ροή και ισορροπία ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη φαντασία και με αυτή τη μοναδική σχέση που μόνο ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης έχει με την κινηματογράφηση της φύσης. Μόνο που αυτό γίνεται για περίπου διόμιση ώρες, χωρίς ούτε ένα πρόσχημα υπόθεσης στη μέση, γύρω από μια οικογένεια στη δεκαετία του 50, την οποία τη βλέπουμε επειδή το ένα από τα παιδιά της είναι ο Σον Πεν στο σήμερα, ο οποίος δεν έχει ρόλο, δύο τρεις σκηνές έχει αλλά κάτι έπρεπε να κάνει για να λέμε ότι παίζει κι εκείνος στην ταινία και να γίνει η ταινία πιο εμπορική όσον αφορά τη συνάντηση Μπραντ Πιτ και Σον Πεν. Κι έτσι απλά ο Μάλικ τον σκηνοθετεί να περιφέρεται μια ανάμεσα στους ουρανοξύστες και άλλη μια στην έρημο. Πίσω στη δεκαετία του 50 τώρα, μέσα από την περίπτωση αυτής της οικογένειας, που διοικείται από έναν καταπιεστικό πατέρα, ναι, ξέρω ‘γω, στοχαζόμαστε για τη ζωή, το θάνατο, το τέλος της αθωότητας, ή μάλλον ο Μάλικ στοχάζεται εφ’ όσον δικές του είναι οι εικόνες και ποτέ δε γίνονται δικές μας, όπως δεν γίνεται δικιά σου μια ωραία ταπετσαρία. Σίγουρα στο μυαλό του όλα έχουν μια αλληλουχία, όμως στα μάτια του θεατή, μοιάζουν με υπέροχο βίντεο που το βάζεις να παίζει στο φόντο σε ένα πάρτι που είσαι μαστουρωμένος για να χαζεύεις όμορφες εικόνες. Αποκορύφωμα το τελευταίο 20λεπτο, δομημένο πάνω στη μουσική, με τους ήρωες να συναντιούνται σε μια ακροθαλασσιά, και συ να νομίζεις ότι βλέπεις κάτι σαν διαφήμιση της Lacta, «όποιο κομμάτι της ζωής μου και να δω πάντοτε ήσουνα …» που λέει και το τραγούδι με μια πρέζα από Στάνλεϊ Κιούμπρικ (πέφτουν κάτι ωραία οπτικά κουλά κάποια στιγμή τύπου «Η Οδύσσεια του διαστήματος» με ψηφιακούς δεινοσαύρους, πλανήτες σούπερ νόβα και άλλα τέτοια μεγαλοπρεπή αλληγορικά που είναι η χαρά του μαστούρη) προσηλυτισμένο στους ξαναγεννημένους Χριστιανούς να σκηνοθετεί new age videoclip της Enya. Kαι έννοια καμία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου